A+ R A-

Αθήνα 431 π.Χ.: Πώς ο στόλος της αυτάρκειας έγινε Δούρειος Ίππος

E-mail Εκτύπωση PDF
(από Κυραγιάννη Νικολέττα-Άννα, βιολόγος-εκπαιδευτικός,
Μαρκοπούλου Ελένη, οικονομολόγος-εκπαιδευτικός,
και επιμέλεια κειμένου-μετάφραση Μαρκοπούλου Χριστίνα, φιλόλογος-εκπαιδευτικός)

 

Αυτάρκεια: σκοπός υπό προϋποθέσεις

Ο Σταγειρίτης φιλόσοφος, Αριστοτέλης, επισημαίνει τον πρωταρχικό σκοπό της πόλεως – κράτους που δεν είναι άλλος από την εξασφάλιση της αυτάρκειας. Και ως αυτάρκεια δε νοείται μόνο η γεωγραφική και πολιτική ανεξαρτησία, αλλά πρωτίστως η οικονομική, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται η ευδαιμονία των πολιτών. Η ακμάζουσα πόλη των Αθηνών δε μπορούσε να αγνοεί βέβαια αυτό τον πρωταρχικό σκοπό, γι’ αυτό και είχε καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες πριν και μετά την απόκρουση της περσικής επίθεσης το 479 π.Χ. για την εξασφάλιση των πηγών προμήθειας αγαθών στην πόλη. Νομοθέτησε από τον καιρό του Σόλωνα σχετικά με την ιδιοκτησία της γης, μερίμνησε για τον άμεσο ή έμμεσο εφοδιασμό σε σιτηρά, εισήγαγε νέους θεσμούς κι επέβαλε όρους στους συμμάχους της για τους φόρους των τροφίμων που εισήγε. Αιτία των παραπάνω αποτελεί το γεγονός ότι είχε συνείδηση ότι δεν ήταν αυτάρκης σε αγαθά ικανά να θρέψουν τους κατοίκους της. Οι προσπάθειες φανερώνουν τη συνείδηση των Αθηναίων αναφορικά με τα οικονομικά προβλήματά τους σε μια βάση διαφορετική από αυτή που ισχύει στη σύγχρονη εποχή.

Ωστόσο η δημοκρατική Αθήνα του 5ου αιώνα το καλοκαίρι του 431 π.Χ., κατά τη διάρκεια του 2ου χρόνου του Πελοποννησιακού πολέμου, ήρθε αντιμέτωπη με τη μεγάλη πρόκληση της τότε ιστορίας της. Πόσο έτοιμη ήταν να αντιμετωπίσει τη στενότητα των ειδών διαβίωσης, από τα τρόφιμα ως το νερό, όταν ξέσπασε ο λοιμός που στοίχησε τη ζωή σε 50.000 Αθηναίους μεταξύ των οποίων και της μικρής Μύρτιδας; Η στενότητα αυτή θα μπορούσε να αποτελεί εκλυτικό παράγοντα εξάπλωσης της επιδημίας; Πώς θα κατάφερνε η Αθήνα να ανταποκριθεί;

 

Αττική γη: ο ζωτικός χώρος των Αθηναίων

231213aΗ αθηναϊκή οικονομία παρέμενε βασικά αγροτική ακόμη και στα κλασικά χρόνια, όταν γνώρισε τη μεγαλύτερη εμπορική της ανάπτυξη. Περισσότερα από τα δύο τρίτα του πληθυσμού ζούσαν από τα προϊόντα που παράγονταν στην ύπαιθρο . Η φύση της Αττικής, με τις ήπιες εποχές, ήταν ικανή να προσφέρει στους κατοίκους της πάμπολλες πηγές πλούτου.

Ο δεσμός ανάμεσα στην καλλιεργούμενη γη και στον πολίτη ήταν πολύ ισχυρός, όπως φαίνεται και στον όρκο που έδιναν οι έφηβοι Αθηναίοι, όταν γίνονταν οπλίτες. Οι νεαροί επικαλούνταν «τα σύνορα της πατρίδας, τα σιτάρια, τα κριθάρια, τα αμπέλια, τις ελιές και τις συκιές» . Οι Αθηναίοι οριστικοποίησαν το ιδιοκτησιακό καθεστώς της πολύτιμης για την επιβίωσή τους γης, από τον καιρό του Σόλωνα το 594/593 π.Χ. Η ρύθμιση αυτή άφησε περιθώρια συνύπαρξης μεγαλοκτηματιών και ιδιοκτητών μικρών κλήρων στην αττική γη, αφού ακύρωσε την τάση μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων να προσαρτήσουν τις πιο μικρές και να υποδουλώσουν τους ιδιοκτήτες τους.

Οι μεγαλοκτηματίες καλλιεργούσαν τις γαίες τους με τους ελεύθερους αγροτικούς εργάτες και δούλους, ενώ οι υπόλοιποι συνήθως με τη δική τους δύναμη και εκείνη των μελών της οικογένειάς τους και ένα ή το πολύ δύο δούλους.
Έτσι οι Αθηναίοι παρήγαγαν το δικό τους λάδι και κρασί, δύο είδη διατροφής που εξήγαν κιόλας. Περίφημα ήταν και τα αττικά σύκα, η εξαγωγή των οποίων είχε απαγορευτεί με νομοθετική ρύθμιση του Σόλωνα. Τα σοβαρά κενά στην παραγωγή που έπρεπε να αντιμετωπιστούν με αντίστοιχες εισαγωγές αφορούσαν τα δημητριακά και τις ζωικές πρωτεΐνες.

Ειδικά το εμπόριο των σιτηρών κατείχε μια εντελώς ξεχωριστή θέση. Από τα λίγα ποσοτικά δεδομένα φαίνεται ότι οι Αθηναίοι παρήγαν το 40% των σιτηρών που χρειαζόταν ο πληθυσμός, ποσότητα που καταναλωνόταν απευθείας από τους παραγωγούς, με αποτέλεσμα ελάχιστο να φτάνει στην αγορά. Το 60% των αναγκών καλυπτόταν από τις εκάστοτε εισαγωγές .

 

Η δημιουργία και η προάσπιση του ευρύτερου ζωικού χώρου της Αθήνας: Μέτρα για τον άρτο

Από την αρχαϊκή εποχή οι Αθηναίοι άρχισαν να επιζητούν τη λύση των ζωτικών προβλημάτων τους έξω από την Αττική. Η τόσο μεγάλη εξάρτηση του αττικού πληθυσμού από εισαγόμενα σιτηρά επέβαλλε τη λήψη μέτρων που εξασφάλιζαν αδιάλειπτα τον εφοδιασμό της αγοράς υπό τον αυστηρό έλεγχο του κράτους.

Αυτή η εξάρτηση ολοένα και μεγάλωνε όσο μεγεθυνόταν και αναπτυσσόταν η πόλη. Οι ανάγκες πρόβαλλαν μεγάλες. Έπρεπε να τραφούν οι Αθηναίοι ακτήμονες με τις οικογένειές τους, το σύνολο των μετοίκων με τα παιδιά τους καθώς και οι λεγόμενοι «βιομηχανικοί» δούλοι του Λαυρίου που εξασφάλιζαν στη πόλη τα πολύτιμα νομίσματά της, τα αττικά τετράδραχμα.

Για το λόγο αυτό α) απαγορεύτηκε η εξαγωγή σιτηρών από τον καιρό του Σόλωνα, ρύθμιση που ίσχυε για μακρό χρονικό διάστημα, β) απαγορεύτηκε η δανειοδότηση εμπορίου σίτου που δεν εξυπηρετούσε την αγορά της Αθήνας και γ) υποχρεώνονταν τα σιταγωγά πλοία που κατέπλεαν στον Πειραιά να εκφορτώνουν εκεί τα 2/3 του φορτίου τους !

Για τον όσο το δυνατό μεγαλύτερο έλεγχο του όγκου εισαγωγής και τη συγκράτηση των τιμών, νέοι θεσμοί υιοθετήθηκαν. Το εμπόριο των σιτηρών ελεγχόταν από 10 ειδικούς κληρωτούς άρχοντες, 5 στην Αθήνα και 5 στον Πειραιά, τους επονομαζόμενους Σιτοφύλακες .

Αντιλαμβάνεται κανείς ότι για την Εκκλησία του Δήμου το θέμα του εφοδιασμού των σιτηρών ήταν μέλημα πολιτικό, ανάλογο με την ασφάλεια της πόλης. Τα μέτρα βέβαια αυτά απέδιδαν εφ ’όσον κατέφθαναν τα φορτία στον Πειραιά ανενόχλητα.

231213dΣύμφωνα με το Δημοσθένη, η Αττική εισήγαγε κάθε χρόνο 800.000 μεδίμνους (άγνωστη μονάδα μέτρησης, πιθανότατα 1 μέδιμνος = 52 λίτρα) σιτηρών, οι μισοί προερχόμενοι από τον Εύξεινο Πόντο.

Σε αντάλλαγμα διάφορων προνομίων και τιμών, οι ηγεμόνες του Βοσπόρου παρείχαν στους Αθηναίους ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους.

Μολονότι από τις άλλες πόλεις-κράτη ζητούσαν 3,3% τέλος (= δασμός) για τα δημητριακά που εξάγονταν, στους Αθηναίους εξήγαν με ατέλεια (χωρίς δασμό). Για το λόγο αυτό ο έλεγχος των Στενών του Εύξεινου Πόντου, του μεγάλου σιτοβολώνα της εποχής, και η ναυτική υπεροπλία αποτελούσαν επιτακτική ανάγκη για την Αθήνα γενικότερα και τον επισιτισμό των φτωχότερων Αθηναίων ειδικότερα .

 

Διατροφικές συνήθειες

231213eΕκτός από τα σιτηρά οι Αθηναίοι εισήγαγαν σημαντικές ποσότητες άλλων ειδών διατροφής όπως λαχανικά, τυριά, χοιρίδια, χέλια και παστά ψάρια. Η ανάπτυξη της αθηναϊκής δύναμης μετά τους Περσικούς πολέμους έκανε τον Πειραιά όχι μόνο το σημαντικότερο πολεμικό λιμάνι της ανατολικής Μεσογείου, αλλά και το μεγαλύτερο οικονομικό κέντρο της εποχής.

Η δύναμη και η ευημερία της Αθήνας προσέλκυε σχεδόν από παντού εμπόρους. Κι όσο η πόλη μεγάλωνε, μεγάλωναν μαζί της και οι ανάγκες της για εισαγόμενα αγαθά.

Οι αθηναϊκές πηγές της κλασικής εποχής δεν παραλείπουν ποτέ να τονίσουν την ποικιλία και την αφθονία των ξένων αγαθών που μπορούσε κανείς να βρει στην Αθήνα.
Οι Αθηναίοι έτρωγαν 3 με 4 φορές την ημέρα, ξεκινώντας με το πρωινό τους –το λεγόμενο «ἀκράτισμα», το «δεῖπνον» και το «δειλινόν» και τέλος με το «δόρπον».

Ο άρτος και τα δημητριακά αποτελούσαν τη βασική τους τροφή. Σύμφωνα με το Ιπποκράτη, οι τροφές ήταν φυτικές και οι Αθηναίοι αγαπούσαν τα ξερά σύκα. Σαρδέλες από το Φάληρο, φακές, γάλα, εξαιρετικό θυμαρίσιο μέλι από τον Υμηττό, λίγο τυρί Αχαΐας, καρύδια και σπανιότερα ζωική τροφή συνιστούσαν το διαιτολόγιό τους.

Οι φτωχοί Αθηναίοι τρέφονταν με χυλό από κριθάρι ή στάρι, όσπρια, ελιές, κρεμμύδια, σκόρδα, χόρτα, ξερά σύκα, λάδι ,κρασί και λίγες ζωικές πρωτεΐνες, όπως αλλαντικά, ξερά ή παστά ψάρια και πιο σπάνια κρέας και φρέσκα ψάρια .

 

Η Αθήνα αντιμέτωπη με τη πρόκληση του πολέμου, των στερήσεων και του λοιμού

Οι Αθηναίοι παρά τη μεγάλη ανάπτυξη της πόλης εξακολουθούσαν να κατοικούν αυτόνομοι στις αγροτικές περιοχές της Αττικής. Κι ενώ η πόλη των Αθηνών απολάμβανε την κυριαρχία της, ξεσπά ο Πελοποννησιακός Πόλεμος του 431 π.Χ.

Οι προσπάθειες των Αθηναίων δείχνουν να απειλούνται από την εισβολή των Λακεδαιμονίων στην Αττική. Μετά από προτροπή του Περικλή οι αγροτικοί πληθυσμοί αναγκάζονται να αφήσουν τα αγροκτήματά τους που μόλις έχουν προλάβει να αποδώσουν καρπούς μετά τους Μηδικούς πολέμους, και να εγκατασταθούν εντός των τειχών της Αθήνας.

Μαζί τους παίρνουν όλο τον εξοπλισμό των σπιτιών τους, όμως τα πρόβατα και τα μεγάλα ζώα τα στέλνουν στην Εύβοια και τα κοντινά νησιά . Για να προστατευτούν από την εισβολή των Λακεδαιμονίων οι αγροτικοί πληθυσμοί εγκαθίστανται μέσα στα Μακρά Τείχη, τα αμυντικά τείχη της πόλης που ενώνουν την Αθήνα με το λιμάνι του Πειραιά.

Όταν οι Αθηναίοι της υπαίθρου φτάνουν στην πόλη λίγοι από αυτούς έχουν κατοικίες ή μπορούν να εγκατασταθούν σε σπίτια φίλων ή συγγενών. Οι περισσότεροι κατασκηνώνουν σε έρημα μέρη της πόλης ακόμη και σε ναούς, εκτός της Ακρόπολης και του Ελευσίνιου.

Κατοικείται ακόμη και το Πελασγικό, το κυκλώπειο τείχος στους πρόποδες της Ακρόπολης, για το οποίο παλιός χρησμός εμπόδιζε τη κατοίκισή του αφού ανέφερε «…τὸ Πελαργικὸν ἀργὸν ἄμεινον…», δηλαδή καλύτερα να είναι αδειανό το Πελασγικό, που σημαίνει δε θα κατοικηθεί ποτέ για καλό κατά το Θουκυδίδη.

Η πίεση της ανάγκης όμως είναι τέτοια όπου χτίζονται πρόχειρες κατοικίες και εκεί , υπερνικώντας την ηθική σημασία που είχαν για τους Αθηναίους οι χρησμοί ως συνεκτικοί δεσμοί μεταξύ θείας επιταγής και κοινωνικής ζωής.

231213hΟι Σπαρτιάτες εισβάλουν στο αθηναϊκό έδαφος και αρχίζουν να καίνε τη γη γύρω από τη πόλη. Οι Αθηναίοι ανήσυχοι, παρακολουθούν από τα τείχη της πόλης να καταστρέφονται οι αγροί και οι σοδειές τους, όμως παραμένουν προσηλωμένοι στο σχέδιο του Περικλή. Η πόλη μπορούσε να βασιστεί στο στόλο της για τον ανεφοδιασμό της σε πόρους (κυρίως δούλους και σιτηρά) από μακρινά κράτη όπως η Αίγυπτος, η Λιβύη και ο Εύξεινος Πόντος.

Ο Περικλής όμως αδυνατεί να προβλέψει ότι ο στόλος ίσως συνιστά μεγαλύτερη απειλή. Ένα χρόνο στη δίνη του πολέμου τα καράβια που εφοδιάζουν την πόλη επωμίζονται ένα επιπρόσθετο φορτίο, τον τυφοειδή πυρετό. Εκτιμάται ότι τα πρώτα κρούσματα εμφανίζονται στον Πειραιά προερχόμενα από τη Λιβύη και μεταδίδονται σε όλες τις κοινωνικές τάξεις της Αθήνας .

 

Συγκέντρωση πληθυσμού εντός των Μακρών Τειχών: ευνοϊκή συνθήκη για εκδήλωση του λοιμού

Η ένταση και η έκταση της επιδημίας στην πόλη των Αθηνών, υπήρξαν πρωτοφανείς. Η ίδια νόσος, κατά το Θουκυδίδη, εκδηλώθηκε και σε άλλες περιοχές, αλλά μόνο στην Αθήνα η εξέλιξή της υπήρξε τόσο τραγική και ισοπεδωτική.

«Αλλά πριν περάσουν πολλές ημέρες από την ώρα που μπήκαν στην Αττική, πρωτοφανερώθηκε η αρρώστια στην Αθήνα, αρρώστια που λένε βέβαια πως έπεσε κι άλλοτε σε πολλούς τόπους, γύρω στη Λήμνο και αλλού, αλλά πουθενά δεν θυμούνται να παρουσιάστηκε τόσο φοβερή, ούτε να χάλασε τόσους ανθρώπους. [2.47.4]

Γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα ούτε οι γιατροί που κοίταζαν τους αρρώστους στην αρχή, γιατί δεν ήξεραν τη φύση του κακού, κι αυτοί οι ίδιοι πέθαιναν σε μεγαλύτερην αναλογία όσο περισσότερο τους πλησίαζαν, ούτε καμιά άλλη ανθρώπινη τέχνη• κι όλες οι παρακλήσεις που έκαναν στους ναούς κι όσα προσκυνήματα στα μαντεία κι άλλα τέτοια, ήταν όλα του κάκου• και στο τέλος τα παράτησαν κι αυτά, γιατί τους χαντάκωσε το κακό .»

231213fΟι νέες συνθήκες διαβίωσής του πληθυσμού είναι πιο σκληρές από την ως τότε καθημερινότητά τους. Οι περισσότεροι στοιβάζονται κυριολεκτικά σε άθλια παραπήγματα.
«Κοντά στα βάσανα της στιγμής τους τυραννούσε και η συγκέντρωση των κατοίκων από την εξοχή στην πολιτεία κ' υπόφεραν περισσότερο οι πρόσφυγες. [2.52.2]

Γιατί επειδή δεν υπήρχαν αρκετά σπίτια, παρά έμεναν σε πνιγηρές παράγκες και ήταν κιόλας καλοκαίρι, πέθαιναν χωρίς να μπορούν να τηρηθούν οι ευπρέπειες….»13

Οι κάτοικοι αυτοί της Αθήνας βιώνουν την σωματική και ψυχική καταπόνηση, απόρροια της εγκατάλειψης των εστιών τους αλλά και των δραστηριοτήτων από τις οποίες προσπορίζονταν ως τότε τα απαιτούμενα για τη διαβίωσή τους. Ο λαός της Αθήνας, ήδη καταπονημένος, μπαίνει σε ένα φαύλο κύκλο: οι κακές συνθήκες διαβίωσης ευνοούν την εξάπλωση της ασθένειας και όσο αυτή εξαπλώνεται οι συνθήκες διαβίωσης υποβαθμίζονται ακόμη πιο δραματικά.

Οι συνθήκες υγιεινής, ουσιαστικά ανύπαρκτες, οδηγούν στη γεωμετρική αύξηση των κρουσμάτων .
« … αλλά και πεθαίνοντας έπεφταν οι νεκροί απάνω στα πτώματα, κι άλλοι ψυχομαχούσαν τριγυρίζοντας μέσα στους δρόμους, κι από την ακράτητη δίψα τους μαζεύονταν μισοπεθαμένοι γύρω σ' όλες τις βρύσες. Και οι ναοί όπου είχαν κατασκηνώσει ήταν γεμάτοι νεκρούς που είχαν ξεψυχήσει εκεί μέσα γιατί όταν παράγινε το κακό, μην ξέροντας πια τι θ' απογίνουν, οι άνθρωποι το γύρισαν στην αψηφισιά για τα θεία και τις θρησκευτικές απαγορεύσεις• [2.52.4] κι όλες οι κανονικές τελετές, που συνειθίζονταν άλλοτε στις κηδείες, έγιναν άνω–κάτω, και τους έθαβαν όπως μπορούσε ο καθένας.

Και πολλοί κατάντησαν να κηδεύουν τους δικούς τους χωρίς καμιά ντροπή, γιατί τους έλειπαν τα χρειαζούμενα, αφού τους είχαν κι όλας πεθάνει τόσοι συγγενείς άλλοι προλάβαιναν ξένους που σώριαζαν ξύλα για να κάψουν το νεκρό τους, κ' έβαζαν απάνω το δικό τους, κι άναβαν φωτιά από κάτω, άλλοι, ενώ καιγόταν κι όλας ξένος νεκρός έριχναν από πάνω το δικό τους και το 'βαζαν στα πόδια.»

Είναι σημαντική η αναφορά του Θουκυδίδη στο νερό: ο πυρετός είναι ιδιαιτέρως βασανιστικός και οι πάσχοντες επιδιώκουν να βρίσκονται σε δροσερό νερό. Χρησιμοποιούν για το σκοπό αυτό τις δημόσιες κρήνες. Με τα σημερινά δεδομένα εύκολα ερμηνεύεται η ταχύτατη και ολέθρια εξάπλωση της ασθένειας.

Βέβαιο είναι ότι οι κακές συνθήκες υγιεινής, ο συνωστισμός αλλά και η καταπόνηση των ανθρώπων εξαιτίας τους, ευνοούν την εξάπλωση επιδημιών όπως ο τυφοειδής πυρετός. Ειδικότερα, το βακτήριο S. enterica serovar typhi, μεταδίδεται από το νερό και την τροφή ή και από τα κόπρανα των πασχόντων. Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι ο Ιπποκράτης ο οποίος κλήθηκε να συμβάλει στην αντιμετώπιση του λοιμού συνέστησε το βρασμό του νερού πριν την κατανάλωσή του και την καύση των νεκρών.

Οι συστάσεις αυτές βασίστηκαν στην παρατήρηση του Ιπποκράτη ότι στους μεταλλουργούς, οι οποίοι εργάζονταν σε υψηλές θερμοκρασίες, η επίπτωση της νόσου ήταν πολύ περιορισμένη σε αντίθεση με τον υπόλοιπο πληθυσμό .

Η μικρή Μύρτις, όπως και οι συνομήλικοί της, ζει σε μια πολιορκούμενη αλλά και κατάμεστη Αθήνα, καθώς ο αγροτικός πληθυσμός αναγκάστηκε να μετακινηθεί εντός των τειχών. Συγχρόνως, η καθημερινότητα των ανθρώπων γίνεται όλο και πιο αγωνιώδης: με νωπές ακόμα τις αναμνήσεις των Περσικών Πολέμων, οι κάτοικοι της Αθήνας βιώνουν ξανά τον πόλεμο. Η πάλη για την επιβίωση είναι, υποτίθεται, υπόθεση των ενηλίκων. Οι συνέπειες όμως επηρεάζουν άμεσα τον ευαίσθητο και διαισθητικό ψυχισμό των παιδιών. Άραγε πόσο ξένοιαστες ήταν ή δεν ήταν αυτές οι ημέρες για τη Μύρτιδα και όλα τα παιδιά της πόλης;

 

Φτωχή διατροφή, υποσιτισμός και νοσηρότητα

Παρά τη συστηματική πρόνοια του κράτους ώστε να υπάρχει επάρκεια βασικών αγαθών για το σύνολο των κατοίκων, φαίνεται ότι η διατροφή τους ήταν μάλλον φτωχή σε πρωτεΐνες. Οι σημαντικότερες πηγές πρωτεϊνών ήταν τα δημητριακά και τα όσπρια αφού οι ζωικές τροφές ήταν λιγότερο προσιτές στο ευρύ κοινό.

Πιθανότατα, η πολιορκία της Αθήνας υποβάθμισε τη διατροφή όλων των κοινωνικών στρωμάτων. Όπως προαναφέρεται, το 60% των δημητριακών ήταν εισαγόμενα, επομένως η πολιορκία αποτέλεσε πρόσκομμα για την τροφοδοσία της Αθήνας με σιτηρά. Επιπλέον, η εγχώρια παραγωγή πρακτικά μηδενίστηκε με τον αγροτικό πληθυσμό πλέον συγκεντρωμένο εντός των τειχών.

Η φτωχή σε πρωτεΐνες διατροφή συνδέεται καθοριστικά με την εξασθένηση των αμυντικών μηχανισμών του σώματος. , Οι κάτοικοι λοιπόν της Αθήνας, μικροί και μεγάλοι, ήταν στην φάση αυτή εξαιρετικά ευάλωτοι σε λοιμώδεις παράγοντες. Ο Θουκυδίδης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ελάχιστοι ήταν όσοι κατάφερναν να επιβιώσουν της λοίμωξης. Επίσης περιγράφει ότι αυτοί αποκτούσαν ανοσία στην ασθένεια, γεγονός που τους έδινε την δυνατότητα να περιθάλπουν τους ασθενείς του περιβάλλοντός τους.

« Όμως εκείνοι που είχαν περάσει την αρρώστια κ' είχανε σωθεί, αυτοί σπλαχνίζονταν περισσότερο και τους ετοιμοθάνατους κι όσους ψήνονταν από το κακό, και οι ίδιοι δε φοβούνταν πια• γιατί δεν έπιανε η αρρώστια δυο φορές τον ίδιον άνθρωπο, ώστε να τον θανατώσει. Και τους μακάριζαν οι άλλοι, κι αυτοί οι ίδιοι απ' τη μεγάλη τους χαρά για τη σωτηρία τους σ' αυτή την περίσταση είχαν την μάταιην ελπίδα πως για πάντα δε θενά πέθαιναν ούτε κι από καμιάν άλλην αρρώστια..»

 

Μύρτις : θύμα του πολέμου και του λοιμού

231213gΑνάμεσα σε πολλά παιδιά της ηλικίας της, αγόρια και κορίτσια, η Μύρτιδα είναι ένα παιδί-θύμα ανθρωπιστικής κρίσης. Έζησε πιθανώς αγωνιώντας για την προσωπική της τύχη αλλά και την τύχη των αγαπημένων της προσώπων. Ίσως να ήταν ένα παιδί που ήρθε μαζί με την οικογένειά της από την ύπαιθρο της Αττικής, για να προστατευτεί από τον πόλεμο.

Βέβαιο είναι πάντως ότι υπέστη τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης προερχόμενες από τον εγκλεισμό των Αθηναίων στα Μακρά Τείχη, την έλλειψη τροφής και καθαρού πόσιμου νερού. Είδε να παραμορφώνεται η λαμπρή εικόνα της πόλης της με την αστραπιαία μετάδοση της νόσου. Η καταστροφή ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οι άνθρωποι αδιαφορούσαν για το νόμο και τη θρησκεία. Είδε τους ανθρώπους να μη βρίσκουν πια νόημα στην καλοσύνη και στις ηθικές αρετές.Νόσησε και κατέληξε έχοντας νιώσει βασανιστικά συμπτώματα, όπως και τόσοι σύγχρονοί της Αθηναίοι.

Σήμερα, στον 21ο αιώνα, την ίδια εικόνα καθώς και ανάλογες συνθήκες βιώνουν πολλά εκατομμύρια παιδιά στον πλανήτη. Συνεχίζουν να πεθαίνουν από την ίδια νόσο, θύματα μιας ανελέητης ένδειας. Αρωγός στην υλοποίηση των Αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας , η Μύρτιδα με το μήνυμά της αφυπνίζει και ευαισθητοποιεί τους ανθρώπους, ώστε να εργαστούν συνειδητά για την εξάλειψη της φτώχειας και της παιδικής θνησιμότητας και να αγωνιστούν ενάντια σε ασθένειες και επιδημικές νόσους. Με έναν τέτοιο τρόπο μπορεί ένα κορίτσι του μακρινού παρελθόντος να αποτελεί «Φίλη» των Ηνωμένων Εθνών καταδεικνύοντας τη διαχρονικότητα των προβλημάτων της ανθρώπινης φύσης.

440 π.X. - 429 π.X.

Η Μύρτις, φίλη του ΟΗΕ

Το μήνυμά της στους ηγέτες του κόσμου (μεταφράζεται σε 24 γλώσσες!)


Περισσότερα...